Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
συλλέγω — συνέλεξα, συλλέχτηκα, συλλεγμένος, συγκεντρώνω, μαζεύω: Συλλέγει σπάνια γραμματόσημα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
συλλέγω — συλλέγω, συνέλεξα βλ. πίν. 139 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής